Ουέλες, Όρσον

Ουέλες, Όρσον
(Orson Welles). Αμερικανός σκηνοθέτης και ηθοποιός του κινηματογράφου και του θεάτρου. Βλ. λ. Γουέλς, Όρσον. Σκηνή από το έργο «Πολίτης Κέιν» του Όρσον Ουέλς. (φωτ. ΑΠΕ).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • Ντίτριχ, Μάρλεν — (Marlen Dietrich, Βερολίνο 1902 – Παρίσι 1992). Καλλιτεχνικό ψευδώνυμο της Γερμανίδας ηθοποιού του κινηματογράφου και του θεάτρου Μαρία Μαγκνταλένα φον Λος (Maria Magdalena von Losch). Φοίτησε στη δραματική σχολή του Μαξ Ράινχαρτ κι ύστερα… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”